ρεζισέρ

ρεζισέρ
ο, Ν
1. διευθυντής σκηνής
2. σκηνοθέτης ή καλλιτεχνικός διευθυντής θεάτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. regisseur «σκηνοθέτης» (< λατ. rego «διευθύνω»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”